Δευτέρα 24 Μαΐου 2010

πατροτητα

'Αντρας μόνος αντίκρυ στην ανώφελη θάλασσα, περιμένοντας το βράδυ, περιμένοντας το πρωί. Τα παιδιά παίζουν, μα ο άντρας αυτός θα 'θελε να 'χει ένα παιδί και να το βλέπει να παίζει. Μεγάλα σύννεφα φτιάχνουν ένα παλάτι στο νερόπου κάθε μέρα καταστρέφεται και ξαναγίνεται και βάφει τα παιδιά στο πρόσωπο. Πάντα θα υπάρχει η θάλασσα. Το πρωινό πληγώνει. Σ' αυτή την υγρή αμμουδιάσέρνεται ο ήλιος, πιασμένος σε δίχτυα και σε πέτρες.

Βγαίνει ο άντρας στον θολό ήλιο και περπατά κατά μήκος της θάλασσας. Δε κοιτά τους μουσκεμένους υγρούς αφρούς που βρέχουνε την ακτή και δεν ησυχάζουνε πια ποτέ. Αυτή την ώρα τα μωρά λαγοκοιμούνται ακόμα στη θαλπωρή του κρεβατιού. Αυτή την ώρα λαγοκοιμάται στο κρεβάτι μια γυναίκα, που θα 'κανε έρωτα αν δεν ήταν μονάχη της. Ο άντρας γδύνεται αργά και γυμνός όπως κι η γυναίκα που λείπει, κατεβαίνει στη θάλασσα.

Κατόπιν τη νύχτα, που η θάλασσα ξεθυμαίνει, ακούει το μεγάλο κενό που υπάρχει κάτω από τα αστέρια. Τα παιδιά μες στα κοκκινισμένα σπίτια σκουντουφλάνε από τη νύστα και κάποιο κλαίει. Ο άντρας, κουρασμένος από την αναμονή, σηκώνει τα μάτια στ' άστρα που δε νιώθουνε τίποτα.

Υπάρχουνε γυναίκες που αυτή την ώρα ξεντύνουν ένα παιδί και το κοιμίζουν. Υπάρχει κάποια σ' ένα κρεβάτι αγκαλιασμένη μ' έναν άντρα. Από το σκοτεινό παράθυρο μπαίνει ένα βραχνό λαχάνιασμα που κανείς δεν ακούει, παρά μόνον ο άντρας που ξέρει όλη την ανία της θάλασσας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου